Κυριακή 9 Ιουνίου 2013

Καλοκαίρι, μη μ'ακολουθείς

Πυρηνικά διαστημόπλοια
φτάνουν ως τ'άστρα, τα ντουβάρια, αερικά
κι η αίσθηση πως η πνοή μου έχει απόχρωση
καθώς ελευθερώνεται να μπήγει τις κατάρες της στα μάτια μου
και να μετατρέπει ανάλογα το χρώμα των ματιών μου
σε αέναες παλαβές εικόνες
παραληρών
κοιμήθηκα μόνο μια φορά
με καθορίζει το νυχτολούλουδο κι εσύ
αισθάνομαι κι αυτό σου φτάνει
γι αυτό μου λες να μην ξεχάσω την ελπίδα
να μην τη χώσω σε κάνα από 'κείνα τα συρτάρια
όπου θάβω τα όνειρά μου
τις αέρινες πραγματικότητες
τη φυγή
το νερό
τις αγάπες που μου υποσχέθηκαν
και με διαπέρασαν

Στάχτη η βροχή ψηφιακή
πάνω μου πέφτει και σκοντάφτει
στα μάτια μου
στα βλέφαρα που κρυστάλλωσαν
και 'μείναν ανοιχτά
μα βλέπω μαύρο φως να μου καίει την υγρή σιγή
πιο μαύρο από πριν
που 'ταν σφραγισμένα
συρραμμένα με καρφίτσες που έψαχνα στ' άχυρα
καλοκαιρινά

Άσπρο λουλούδι στις γάμπες τις
ανεβαίνει ριζωμένο απ' τον αστράγαλο
και ρουφάει το αίμα της
το παιδικό
θα ξεθωριάσει κι αυτό
όπως ολόκληρη η εφηβική σονάτα
με ροκανίζει το νέφος της
το διάφανο πέπλο γύρω απ' τα χείλη της
η λευκή της γύρη
που μου ζαλίζει τα πέταλα
με τον λευκό καπνό που διασχίζει την πύλη
που επιθυμώ να εξερευνήσω
να ρίξω άγκυρα ακολουθώντας τις αιωρούμενες στάχτες
την πνοή που ασπρίζει μέσα της
στις χορδές της ουτοπίας της
της λευκής
καθαρότητα
όταν ξεφυσήξει ο δράκος της
θα με πετάξει και θα τρυπήσω το κεφάλι μου στον τοίχο

Στα δάχτυλά της πινελιές ψυχώνουν
και στα μαλλιά της αρρώστειες
φύκια και σπασμένα μπουκάλια
αμμώδης ρουτίνα
καίει βλέπεις ακόμη το καντήλι
πάνω απ' τις αναμνήσεις που θάφτηκαν
σ'αυτή την υγρή αμμοφανή ρουτίνα
ρέουν
κλεψύδρες
τις ξεριζώνει το κύμα
θα τις ξανατραβήξει στο φως και θα καρφωθούν
στις φτέρνες της σαν αιχμηρές αλήθειες
θρύψαλα μπουκάλια μπύρας
φίλοι τον κύκλο συμπληρώνουν
-ο κύκλος πρέπει να συμπληρωθεί
για να τον ξαναταξιδέψεις-
ψυχές γελασμένες
χαχανητά
ψυχεδέλεια
ο καπνός μοιάζει ξανά λευκός
και μαζεύεται στο βάζο των ξεσκισμένων νιάτων

Κιθάρες όμορφες
πληγωμένες τραγουδούν χαρούμενα
ευτυχισμένες τραγουδούν πονεμένα
ψυχεδέλεια με ψιθυρίζεις
τον ξέχασα τον ήλιο που βυθίστηκε
στη θάλασσα και πνίγηκε
τον πνίξανε
τον ντύσανε φεγγάρι
και τον πέταξαν στον Αύγουστο
σαν πορτοκαλίζει στα μαλλιά σου
και ξανθαίνει στο δέρμα σου
μαύρη δεν ήσουν ψυχή;
οι κιθάρες ξανάρχισαν
ο καπνός γκρίζος
υψώθηκε ως τα μάτια σου
και σε λάβωσε
είσαι δική του
μα και δική μου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου