Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Χαμομήλι

Νύμφες
ακατοίκητες νήσοι κρεμασμένες απ' τις χαρές
στοιχειά
βλέπω
το χαρτί με κόβει
με χαρακώνει
μόνο
είναι πιο επώδυνο απ'το μαχαίρι μου
το χαρτί
- ζωγραφίζεις;
- ναι
- τι ζωγραφίζεις;
- εσένα
μπήγει το χαρτί μες στο χέρι μου
χαράζει σχήματα στο κορμί μου
όλα είναι λευκά
δεν τα βλέπεις;
λευκό
όλα είναι καθαρά
καθαρά, λευκά

Ακούω τους χτύπους της καρδιάς μου στον τοίχο
μέσα στον τοίχο
η καρδιά μου είναι πετρωμένη στον τοίχο
εγώ δεν μπορώ να κινηθώ
μονάχα να βαδίσω αχνά δίπλα του
περπατάω απάνω στα ενδεικτικά επόμενα ίχνη
είναι εκεί
ζωγραφισμένα στην άσφαλτο για 'μένα
τα ίχνη μου.

Σηκώνω τα βήματά μου στην πλάτη μου
τα νιώθω βαριά στο στήθος μου
πατάω, περπατάω πάνω μου
με κουβαλώ στις πλάτες μου
δεν με βρίσκω μπροστά μου ποτέ
πάντα στις πλάτες
πώς να με δω;
ο δρόμος είμαι εγώ, η άσφαλτος
η καρδιά μου ακόμη στον τοίχο
περιμένω-δεν μπορεί-θα με στοιχειώσουν πάλι.

Φτάνουν οι πρώτοι αρωματισμένοι κλόουν
μου σταματούν το περπάτημα
ανεβαίνουν στις πλάτες μου
βάρος
ντουβάρια στο κορμί μου
με πνίγουν τα αρώματα
εισχωρούν στη μπόχα των λαθών μου
χασκογελάνε και τραβάνε τα σκοινιά!
αισθάνομαι ηττημένη
νικήθηκα, περπατάω
όσο μπορώ, με χλευάζουν
η καρδιά μου στον τοίχο ακόμη κι εκείνοι θέλουν να με απομακρύνουν
βγάζουν το μαστίγιο
με πληγώνουν
η καρδιά στον τοίχο
εγώ λυγίζω
βαδίζω στο πλάι
αφήνω την ασφαλή ευθεία μου ν'αλλοιωθεί
η καρδιά στον τοίχο
πρώτο πλάνο εγώ, η λευκή
και η ζωή μου
που δε βρήκα ποτέ μπροστά μου
γιατί κουβάλησα στις πλάτες μου
κι όταν κοίταξα εκεί
την είχαν καβαλήσει άλλοι.

Η ώρα πλησιάζει
πάντα νοσταλγούσα τη στιγμή
που δεν είχα ζήσει
την απελευθέρωση
περίμενα να σωθώ
ή να με αποτελειώσουν χωρίς επόμενο
για να σωθώ απ' το μαρτύριο.

Ο τοίχος γρυλίζει
κάτι από μέσα του μοχθεί να ανασάνει
εγώ σαν θεατής της καταστροφής μου κοιτάζω
μέσα απ΄τα βλέφαρά μου
είναι χαρακωμένα, σκισμένα
μπορώ να δω μέσα τους
δεν με προστατεύουν απ' την οδύνη της εικόνας
και ο τοίχος φουσκώνει
αρχίζει να φουσκώνει σαν σεντόνι λευκό
απλωμένο, καθαρό και ανήσυχο απ' τον άνεμο
που το σπρώχνει να το πάρει μαζί του
όσο αντέξει.

Ο τοίχος στάζει, ο τοίχος μου
αιμορραγεί
ποικιλόχρωμα χημικά
από μέσα του
μάγια
Μάγια;
που είσαι άραγε;
θυμάμαι τ'αστέρια στο πρόσωπό σου
τη στίλβουσα παιδικότητά σου
σ'αγαπώ, Μάγια.

Ο τοίχος ξεχειλίζει
με τρώει
εκείνος βρίσκεται εκεί και τον χαράζει με ένα χαρτί
- τι κάνεις εκεί;
- ζωγραφίζω
- φύγε από εκεί, με τρυπάς
- ζωγραφίζω
- φύγε
- εσένα
πληρωμή
νερό
υγρές αμαρτίες
τις αφουγκράζομαι στην τελευταία μου παράσταση
δε συμμετέχω
ο τοίχος γκρεμίζεται στο στήθος μου
πέφτει πάνω μου και με κατευθύνει
με καθοδηγεί
μώλωπες
χαρακιές απ' το χαρτί
- μα, ζωγραφίζω, γιατί δε λες να το παραδεχτείς;
- σε μισώ
- θα μ'αγαπήσεις
το αρπακτικό πετάγεται απ' τον διαλυμένο τοίχο και ορμάει
με τρυπάει με τα νύχια
που 'χει στα βλέφαρα
με χαράζει κι εκείνο
μοχθώ να ξεφύγω
- όχι, δε θα ξεφύγεις, γιατί να ξεφύγεις;
- γιατί δε θέλεις να ξεφύγω;
- δε σε αφήνω, θα καταλάβεις
η μελωδία της φωνής του με κάνει να αισθάνομαι σίγουρη
ότι-ακόμη κι αν δεν είμαι τώρα-θα γίνω ζωντανή
και φοβάμαι λιγότερο
- αφέσου

Το αρπακτικό έσκισε το στήθος μου
ρουφούσε τις σκέψεις μου, τάραζε το μυαλό μου
το κεφάλι
το κεφάλι υπέκυψε
το αρπακτικό τα έβαλε με το κεφάλι
απ' το οποίο απέφευγα να δραπετεύσω τόσους αιώνες
μπήκε μέσα μου, πετρώθηκε εκεί ανάμεσα στις χαρακιές
και στα τραύματα
οι σκέψεις προκαλούν τραύματα
και ο καιρός
και η αγάπη
και οι άνθρωποι
κι εγώ
οι χτύποι είναι μέσα μου
τους αισθάνομαι, τους ακούω, μπορώ να τους αγγίξω εάν θέλω
ανασαίνω
- είδες; δεν είσαι το κεφάλι, θα το πετάξω κάτω να ραγίσει
- θα σπάσει;
δεν μου απαντάς, τερατόμορφε φίλε
- θα σπάσει;
σιγή
τουλάχιστον ξέρω πως είμαι ζωντανή
αν και υπάρχει κάτι που δεν θα του πω ποτέ
γιατί δεν ανασαίνει με χτύπους το δικό μου αρπακτικό
τουκ τουκ τουκ τουκ
δεν ακούς;
καλπασμοί
καλπασμοί
καλπασμοί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου