Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2016

Φρούτα και μαύρο

Φλεβάρης.
Στη φλέβα ενός στενού ένα παράθυρο ανοίγει.
Μπαίνει φως.
Ταξιδεύω.
Είναι δωρεάν, δεν με νοιάζει ο προορισμός.
Τα καλύτερα ταξίδια δεν χρειάζονται διαβατήριο και πούλμαν.
-Πάμε Ιρλανδία;
-Ξέρω 'γω.
-Πάμε, έχει τα δάση που μου 'λεγες.
-Παγωτά είναι αυτά εκεί;
-Λέγε ρε!
-Πω, το ψήνω για παγωτό.
-Πόσο λες να μας πάρει μέχρι να φτάσουμε;
-Α, άκυρο. Γιαούρτι λέει παγωμένο. Μούφα.
-Δεν έχει παγωτά πια εδώ.
-Ε, ας φτιάξουμε δικό μας. Ποιος έχει κατσίκα;
-Θα πάρουμε το τραίνο ή τους δράκους;
-Τους δράκους, ρε. Πού θα βρούμε κατσίκα;
-Στην Ιρλανδία θα έχει κατσίκες. Και κατσικοπρόβατα.
-Τέλεια! Κάλεσες δράκο;
-Έλεγα να πάρουμε τους δικούς μας.
-Καλώς.

Βγαίνω απ' το σπίτι και περπατώ.
Καλοκαίρι - μα είσαι;
Στο δρόμο ο ήλιος μου στρώνει χαλί.
Να 'μαστε πάλι, σε ζητούσα.
Ταξίδεψες ως εδώ, μα για 'μένα;
Αυτό το πρωινό δεν σκέφτομαι ποια είμαι.
Γιατί δεν είμαι.
Ένα ζευγάρι ανδρών μοιράζεται το χαλί μαζί μου.
-Φρούτα να πάρουμε.
-Από πότε τρως φρούτα;
-Ρε, για 'σένα το λέω.
-Από πότε αγοράζεις φρούτα για 'μένα;
-Έλα τώρα.
-Πολύ αστυ-εραστικό.
-Χαχα, άρχισες πάλι.
-Αστεραστικό.
-Μικρό ή μεσό;
-Λέγε, τώρα.
-Από τότε που αφήνεις τα ψιλά και τα κομμένα εισιτήρια στον πάγκο μου.
-Οι αστοί πρέπει να δουν τ'αστέρια. Αστερισμός.
-Τα λογοπαίγνιά σου..
-Αστερασμός..

Πεδίον του Άρεως, 16 Φλεβάρη, 9:54 πμ.
Θέλω να τρέξω.
Απορώ γιατί οι άνθρωποι αποζητούν τα φτερά των πουλιών.
Τρέχω και τα παπούτσια μου μαζεύουν λάσπη.
Όλο και περισσότερη, ανεβαίνω ύψος.
Το να πετάς είναι υπερεκτιμημένο.
Στο βάδισμα μπορώ και βρίσκω δύναμη και θάρρος.
Τα όνειρά μου απέχουν μερικά βήματα.
Ο ήλιος ξαπλώνει σε ένα παγκάκι και αράζει.
Δύο μετανάστριες χαϊδεύουν ένα σκυλί.
-Περίεργα δεν είναι τα σκυλιά εδώ;
-Τι θες να πεις;
-Τα σκυλιά, εδώ, στην Αθήνα, είναι παράξενα, αλλά δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί.
-Τι να σου πω, δεν βρίσκω τη διαφορά απ' τα δικά μας.
-Μα, κοίτα τα.
-Δεν σ'αρέσουν;
-Δεν ξέρω, μα, είναι παράξενα.
-Δεν μου εξηγείς.
-Απλώς είναι παράξενα..
-Κι εμείς.
-Εμείς γιατί;
-Ρώτα τους. Είμαστε.
-Δεν ξέρω καλά τη γλώσσα τους. Ρώτα εσύ.
-Εγώ έχω ρωτήσει.
-Και τι απάντησαν;
-Δεν μπορούσαν να εξηγήσουν.
-Κατάλαβα. Πάντως είναι πολύ όμορφα..
-Τα σκυλιά λες;
-Ναι. Και εμείς.

Αναζητώ τη θάλασσα.
Θέλω να βαδίσω δίπλα στη θάλασσα.
Μακριά απ' τα κύματα, αλλά σε απόσταση αναπνοής.
Αυτό μου λείπει τελικά απ' αυτήν την πόλη.
Η θάλασσα.
Και η δυνατότητα να την βλέπεις και να την συναντάς ανά πάσα στιγμή.
Στην παλιά μου πόλη πάντα τη συναντούσα στις δύσκολες ώρες.
Και της ψιθύριζα και ανταποκρινόταν.
Όμως, τώρα, είναι μακριά, δεν φτάνει ο ψίθυρος.
Αλλά η Ζωή αστράφτει όσο τίποτα.
Θα ανταμώσουμε.
Ξαπλώνω στο έδαφος για να βλέπω τον ουρανό.
Άλλωστε, η θάλασσα είναι καθρέφτης του.
Τον κρύβει μέσα της.
Άνθρωποι περνούν και ξέρω καλά πώς είναι οι ζωές τους.
Όμως, από εδώ κάτω έχουν φόντο τον ουρανό.
Και τους ακούω να μιλάνε σαν να είναι για πάντα καλοκαίρι.
-Θα πάμε για ρακόμελα;
-Ρωτάς;
-Σου αρέσει το αλκοόλ, ε;
-Μου αρέσει το γέλιο σου όταν δεν το ελέγχεις.
-Δεν ξέρω αν μπορώ να γελάσω νηφάλια. Είναι παράξενος ο κόσμος.
-Ξέρεις κάτι;
-Όχι.
-Χαχα. Πάμε για χυμό.
-Κλισέ!
-Τι σε κάνει να το βλέπεις σαν κλισέ;
-Ποιο;
-Το ότι σ'αγαπώ.

Καιρό είχα να την κάνω αυτήν την βόλτα.
Μα, ήταν υπόσχεση παιδική.
Πάντα θα καταλήγω σε αυτήν εδώ
Την βόλτα.



*Δώρα, η Ανατολή έλεγε "The West is the best".
Ποια; Η Ανατολή!

3 σχόλια:

  1. και ο παύλος έλεγε,
    τ' ωραιότερο τραγούδι που 'χω ακούσει το είπε ένας καπετάνιος πριν πεθάνει
    το πιο ωραίο είναι το επόμενο λιμάνι

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Το πιστεύεις μαλάκα ότι. ΜΑΛΑΚΑ. Αυτό ακριβώς το τραγούδι άκουγα όταν το γραφα!!!!
    Φρικιό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή