Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

Ερεβώνη / της Φωτιάς

Απ' τα πνευμόνια σου ο καπνός βγαίνει πάχνη
και πέφτει ως τα γόνατα να μη δείχνουν οι πληγές
Εωσφόρος στο μυαλό σου οι πολιτείες κι οι ματιές
πνίγουν στον ιστό τους του λυγμού σου την αράχνη

Αγία Μοναξία, η μόνη αξία, να 'χεις να λες,
στης λήθης το παιχνίδι να 'σαι το πρώτο πιόνι
να τη φοράς σαν μόνη ασπίδα στο δωμάτιο όταν νυχτώνει
να σου θυμίζει πως δεν ξεχνάν οι ενοχές

Χτυπάνε τ'άστρα το κελί σου με μανία
πονάνε οι αλήθειες τους που τα 'κλεισες μαζί σου
μες στην υπόγεια, την πνιχτή αστοφυλακή σου
όταν σου πρόσφεραν θέση στην Ιστορία

Αγάπησες εκείνους που σκύβουν το κεφάλι
και κρυφά απ' τις ιδέες σου τους πρόσφερες τσιγάρο
να ανάψει, να ζεστάνει τον αλλιώτικο σου φάρο
μα στο κρύο περιθώριο της θεριοκρατίας είσαι πάλι

Θυμάσαι που σου λέγανε πως θα 'ρθει πια καιρός
που η θλίψη σου θα σβήσει σ'ένα απέραντο λιβάδι
με παιδικές χαρές και των ονείρων σου το χάδι
μα με υποσχέσεις σοφίας δεν νικάται ο φασισμός

Το τραίνο τους το έχασες, πάει πια το φως
η φύση σου για πάντα θα ουρλιάζει την αλήθεια
κανείς Θεός δεν σου πρόσφερε-κι ας ήθελες-βοήθεια
παλιάτσος επικίνδυνος σου φαίνεται και αυτός

Αρπακτικά της σοουμπίζ και της πολιτικής
γραπώνουν με τα νύχια τους τα όνειρα του Αυγούστου
μα εσύ πια τις ιδέες σου τις έχεις μες στο νου σου
και το κεφάλι σου έγινε η γροθιά της εποχής

Χτύπα καιρέ ανελέητα, μην είσαι επιεικής
μην με λυπάσαι, ευθύνομαι που πνίγετ' αυτή η χώρα
φέρε για μένα χημικά, σφαίρες, την καρμανιόλα
γιατί στα μάτια μου γεννήθηκαν πάθη καταστροφής

Και μην ταράζεσαι εχθρέ μου, περήφανε καιρέ,
ποια μπουκάλια; στα βιβλία στερεώνω το στουπί
μες στης φωτιάς τη θάλασσα τραβάω εγώ κουπί
και κολυμπώ στους δρόμους της κόλασης μωρέ

Αρνούμαι την υποδούλωση στα νέα της TV
το κεφάλι ανήσυχο κρεμώ στα σύρματα του λάθους
ζωγραφίζω με τα χρώματα του μίσους και του πάθους
και από δω και πέρα γίνομαι φλεγόμενο νησί

Αντίο, καιρέ μου εύσπλαχνε, ξέρω πως μετανιώνεις
οι άνθρωποι έγιναν τροχός που λιώνει την αλήθεια
κλαίνε και αυνανίζονται μονάχα από συνήθεια
μα εσύ εμένα την εύφλεκτη δεν ξέρεις να σκοτώνεις

Φόρεσα πάλι φυλακτό τη φλόγα που αρνιόμουν
γιατί τη φύση μου οι μισοί με έκαναν να μισήσω
με των αστών τις προσευχές δεν θα ξαναδακρύσω
είμ' η Ερεβώνη της Φωτιάς και στις σκιές χανόμουν

μα τώρα περπατάω στην άσφαλτο
στη φλόγα των ελεύθερων
που πάντα
ονειρευόμουν.

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

Το Κάποτε που μου 'πε ο ποιητής ήρθε

Ο άνθρωπος και η εμμονή. Το πιο σπουδαίο πάντρεμα απ' όλα όσα μ' έχουν συναρπάσει. Η εμμονή και ο πόνος. Οι φλέβες που θέλουν να κοιτάξουν ουρανό και πετάνε το κάλυμμα απ' τα κορμιά τους. Οι δαίμονες και η διαστροφή. Πράγματα που αγαπώ με τον δικό μου ξεχωριστό τρόπο ν'αγαπώ. Η διαστροφή είναι η σκιά που ο άνθρωπος φοβάται, τον κυνηγά και την μισεί και κλείνει τη νύχτα το διακόπτη του ήλιου για να μην την τρέφει πια και την αντικρύζει, όμως τη στιγμή εκείνη που ο γενικός πέφτει, η σκιά του τον πλημμυρίζει ολόκληρο, μαζί με το δωμάτιο, τα βιβλία στα ράφια, τα τακτοποιημένα ρούχα στη ντουλάπα, το γερμένο-σαν παράπονο-φωτιστικό στο γραφείο, και τον κάνει να ασφυκτιά. Φαντάζομαι αυτό συμβαίνει όταν κρύβεσαι από την διαστροφική αλήθεια του εαυτού σου. Γι' αυτό κι εγώ το αποφεύγω από πάντοτε. Η διαστροφή, η εμμονή, ο πόνος είναι κομμάτια κολοσσιαία της ψυχής μου και κυριαρχούν και σε μεγάλο βαθμό στο μυαλό μου. Δεν θέλω να τα αγνοήσω όπως θα ήταν αναμενόμενο να συμβεί από τις κοινωνικές συμβάσεις-τα μόνα αληθινά αρπακτικά της ζωής μου. Την ωθώ ν'ανθήσει. Γιατί μονάχα έτσι δύναμαι να την ελέγχω και να κυριαρχώ επάνω της, να την εκμεταλλευτώ. Οι άνθρωποι που αγνοούν και θάβουν τη διαστροφή τους, αυτοί που καταπνίγουν τη φύση τους, την αλήθεια τους, το αναλλοίωτο εγώ τους, είναι οι πιο επικίνδυνοι για αυτήν εδώ την κοινωνία. Θέλω να είμαι άνθρωπος με όλη τη σημασία της λέξης. Θέλω να είμαι η αλήθεια του μέσα και του έξω μου. Δεν φοβάμαι. Θέλω να ζήσω και να πεθάνω, τι να φοβάμαι; Η ζωή μου δεν χάνεται όσο ρισκάρω, η ζωή μου ανασαίνει μονάχα μέσα απ' την αλήθεια μου, το θράσος μου, το ρίσκο. Ήλπιζα να 'ρθει αυτή η μέρα, δεν τη φοβόμουν. Μπορώ να πιάσω τον ουρανό με τα χέρια μου και να τον στύψω απάνω στα κορμιά των φυλακισμένων να καούν. Τώρα μπορώ όσα θέλω να τα κάνω. Διάβασμα, ρίσκο κι αξιοπρέπεια. Όχι κοινωνική. Ποτέ κοινωνική. Ποιος θα με όριζε ποτέ αντικειμενικά; Ποια κοινωνική/αντικειμενική διάσταση θα με χωρούσε; Είμαι περήφανη που θα καώ μες στη φωτιά που άναψα. Ζωγραφίζω με τα χρώματα του μίσους και του πάθους. Όχι θυμός, όχι αγάπη. Οργή και έρωτας. Μίσος και πάθος. Δεν ξέρω εάν θα με παλέψει κανείς έτσι που αφήνομαι. Δεν θέλω κιόλας. Ποτέ ξανά μιζέρια. Γουστάρω να ελπίζω στο ανεκπλήρωτο. Μ'αρέσει λιγάκι κι ο θάνατος. Τρώω τρία γεύματα την ημέρα και μισώ. Έχω και λίγη πλάκα. Θα τα δώσω όλα στην αλήθεια.